Tuesday, September 09, 2008

Ειναι 22:30

Δεν μπορω να κρατησω τα ματια μου ανοιχτα. Ολη η ενεργεια μου εχει εξαφανιστει...
Σκεφτομαι την εικονα στον καθρεφτη... Ματια πρισμενα, με μαυρους κυκλους, χωμενα, χωρις ζωη. Εκεινη την ωρα σκεφτηκα πως ειναι απο τις πολλες ωρες μπροστα στην οθονη... Τωρα, λιγο πριν με παρει ο υπνος – αληθεια, και που θα με παει; - αναρωτιεμαι μηπως υπαρχει κατι αλλο που μου εχει ξεφυγει...

Δεν προλαβαινω να ακολουθησω την σκεψη. Χανομαι, τα παντα σβηνουν.
Που ειμαι; Κοιταω τριγυρω. Δεν εχω ξαναβρεθει εδω. Δεν εχω ιδεα που ειναι αυτο το μερος, και γιατι ειμαι εδω.

Κατι ειναι οικειο... παρα πολυ οικειο. Κοιτωντας καλυτερα, βλεπω μια φιγουρα, κρυμενη σε μια γωνια. Ειναι μαζεμενη, καθεται σε εμβρυακη σταση, με το κεφαλι κρυμενο αναμεσα στα γονατα. Ξαφνηκα οι ηχοι ζωντανευουν... Η ενταση τους πολλαπλασιαζεται και ακουω καθαρα. Ο ηχος απο τις σταγονες που χτυπανε μια μικρη λιμνουλα ειναι ο πρωτος ηχος που καταγραφω. Κοιταω τριγυρω ξανα, μα δεν υπαρχει τιποτα που να δικαιολογει αυτον τον ηχο... Ολα φαινονται αϋλα, εκτος απο την γωνια με την φιγουρα, σαν να καταρρεουν γυρω της.

Ο δευτερος ηχος που φτανει στο μυαλο μου ειναι το γοερο κλαμα, με αναφιλητα και σπαραξικαρδιες κραυγες. Κοιταω με τρομο την φιγουρα. Ξερω πλεον πως αυτο που ακουω ειναι το κλαμα ενος ανθρωπου που υποφερει, τα δακρυα του καθως πεφτουν στο εδαφος. Δεν δειχνει τιποτα. Δεν κουνιεται, δεν αντιδραει, δεν δειχνει τιποτα.

Απορω πως μπορει να το κανει αυτο. Κανω ενα βημα προς το μερος της φιγουρας. Στο δευτερο, αρχιζει και γινεται πιο καθαρη. Ειναι ενα μικρο αγορι, ισως 9 ή 10. Επιταχυνω τα βηματα μου, αλλα η αποσταση αναμεσα μας μεγαλωνει πολλαπλασια σε καθε βημα μου. Νιωθω μια αισθηση πανικου να μεγαλωνει μεσα μου. Για καποιο λογο πρεπει να φτασω το αγορι. Πρεπει...

Στην σκεψη αυτη και μονο, σηκωνει το κεφαλι και με κοιταει, ματια κοκκινα απο τα δακρυα και το κλαμα, γεματα περιφρονηση. Παγωνω. Ο πονος του μεταφερεται αμμεσα, ειναι πλεον δικος μου. Ειναι αβασταχτος. Η αναγκη να φτασω κοντα του μεγαλωνει, και ξαφνικα η αποσταση αναμεσα μας εξαφανιζεται. Τα ματια του με διαπερνανε. Νιωθω πως τα καταφερα...

Τιποτα... κοιταω το χερι μου, εκει που νομιζα πως ηταν το κεφαλι του αγοριου ειναι το κενο. Δεν ακουμπαω τιποτα. Ο πανικος επιστρεφει, το ιδιο και ο πονος, μεγαλωνουν και κυριαρχουν στις αισθησεις μου. Κοιταω, ψαχνω, αναζητω, αλλα το αγορι ειναι αφαντο...

Σιγα σιγα νιωθω να φευγω απο αυτο το περιεργο μερος, και μια εικονα σχηματιζεται στο μυαλο μου...

Το αγορι κλαιει, σιωπηλα, βουβα, στωικα, με μια αποφασιστικοτητα πρωτογνωρη. Φοβαμαι μονο και μονο στην ιδεα πως μπορει... Ενας σκυλος στις τελευταιες του στιγμες πλησιαζει το αγορι. Εκεινο τον αγκαλιαζει, χαϊδευει την μουσουδα του... μεχρι να πεθανει στην αγγαλια του, και μετα συνεχιζει να κλαιει...

No comments: